χτυπώ Verb  [chtipo, xtypw]

  Verb
(3)
  Verb
(2)
  Verb
(0)
  Verb
(0)
  Verb
(0)
(0)
  Verb
(0)
  Verb
(0)
  Verb
(0)

Etymologie zu χτυπώ

χτυπώ mittelgriechisch χτυπῶ altgriechisch κτυπέω / κτυπῶ κτύπος


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu χτυπώ

AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
χτυπάω, χτυπώχτυπάμε, χτυπούμεχτυπιέμαιχτυπιόμαστε
χτυπάςχτυπάτεχτυπιέσαιχτυπιέστε, χτυπιόσαστε
χτυπάει, χτυπάχτυπάν(ε), χτυπούν(ε)χτυπιέταιχτυπιούνται, χτυπιόνται
Imper
fekt
χτυπούσα, χτύπαγαχτυπούσαμε, χτυπάγαμεχτυπιόμουν(α)χτυπιόμαστε, χτυπιόμασταν
χτυπούσες, χτύπαγεςχτυπούσατε, χτυπάγατεχτυπιόσουν(α)χτυπιόσαστε, χτυπιόσασταν
χτυπούσε, χτύπαγεχτυπούσαν(ε), χτύπαγαν, χτυπάγανεχτυπιόταν(ε)χτυπιόνταν(ε), χτυπιούνταν, χτυπιόντουσαν
Aoristχτύπησαχτυπήσαμεχτυπήθηκαχτυπηθήκαμε
χτύπησεςχτυπήσατεχτυπήθηκεςχτυπηθήκατε
χτύπησεχτύπησαν, χτυπήσαν(ε)χτυπήθηκεχτυπήθηκαν, χτυπηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω χτυπήσει
έχω χτυπημένο
έχουμε χτυπήσει
έχουμε χτυπημένο
έχω χτυπηθεί
είμαι χτυπημένος, -η
έχουμε χτυπηθεί
είμαστε χτυπημένοι, -ες
έχεις χτυπήσει
έχεις χτυπημένο
έχετε χτυπήσει
έχετε χτυπημένο
έχεις χτυπηθεί
είσαι χτυπημένος, -η
έχετε χτυπηθεί
είστε χτυπημένοι, -ες
έχει χτυπήσει
έχει χτυπημένο
έχουν χτυπήσει
έχουν χτυπημένο
έχει χτυπηθεί
είναι χτυπημένος, -η, -ο
έχουν χτυπηθεί
είναι χτυπημένοι, -ες, -α
Plu
perf
ekt
είχα χτυπήσει
είχα χτυπημένο
είχαμε χτυπήσει
είχαμε χτυπημένο
είχα χτυπηθεί
ήμουν χτυπημένος, -η
είχαμε χτυπηθεί
ήμαστε χτυπημένοι, -ες
είχες χτυπήσει
είχες χτυπημένο
είχατε χτυπήσει
είχατε χτυπημένο
είχες χτυπηθεί
ήσουν χτυπημένος, -η
είχατε χτυπηθεί
ήσαστε χτυπημένοι, -ες
είχε χτυπήσει
είχε χτυπημένο
είχαν χτυπήσει
είχαν χτυπημένο
είχε χτυπηθεί
ήταν χτυπημένος, -η, -ο
είχαν χτυπηθεί
ήταν χτυπημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα χτυπάω, θα χτυπώθα χτυπάμε, θα χτυπούμεθα χτυπιέμαιθα χτυπιόμαστε
θα χτυπάςθα χτυπάτεθα χτυπιέσαιθα χτυπιέστε, θα χτυπιόσαστε
θα χτυπάει, θα χτυπάθα χτυπάν(ε), θα χτυπούν(ε)θα χτυπιέταιθα χτυπιούνται, θα χτυπιόνται
Fut
ur
θα χτυπήσωθα χτυπήσουμε, θα χτυπήσομεθα χτυπηθώθα χτυπηθούμε
θα χτυπήσειςθα χτυπήσετεθα χτυπηθείςθα χτυπηθείτε
θα χτυπήσειθα χτυπήσουν(ε)θα χτυπηθείθα χτυπηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω χτυπήσει
θα έχω χτυπημένο
θα έχουμε χτυπήσει
θα έχουμε χτυπημένο
θα έχω χτυπηθεί
θα είμαι χτυπημένος, -η
θα έχουμε χτυπηθεί
θα είμαστε χτυπημένοι, -ες
θα έχεις χτυπήσει
θα έχεις χτυπημένο
θα έχετε χτυπήσει
θα έχετε χτυπημένο
θα έχεις χτυπηθεί
θα είσαι χτυπημένος, -η
θα έχετε χτυπηθεί
θα είστε χτυπημένοι, -ες
θα έχει χτυπήσει
θα έχει χτυπημένο
θα έχουν χτυπήσει
θα έχουν χτυπημένο
θα έχει χτυπηθεί
θα είναι χτυπημένος, -η, -ο
θα έχουν χτυπηθεί
θα είναι χτυπημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να χτυπάω, να χτυπώνα χτυπάμε, να χτυπούμενα χτυπιέμαινα χτυπιόμαστε
να χτυπάςνα χτυπάτενα χτυπιέσαινα χτυπιέστε, να χτυπιόσαστε
να χτυπάει, να χτυπάνα χτυπάν(ε), να χτυπούν(ε)να χτυπιέταινα χτυπιούνται, να χτυπιόνται
Aoristνα χτυπήσωνα χτυπήσουμε, να χτυπήσομενα χτυπηθώνα χτυπηθούμε
να χτυπήσειςνα χτυπήσετενα χτυπηθείςνα χτυπηθείτε
να χτυπήσεινα χτυπήσουν(ε)να χτυπηθείνα χτυπηθούν(ε)
Perfνα έχω χτυπήσει
να έχω χτυπημένο
να έχουμε χτυπήσει
να έχουμε χτυπημένο
να έχω χτυπηθεί
να είμαι χτυπημένος, -η
να έχουμε χτυπηθεί
να είμαστε χτυπημένοι, -ες
να έχεις χτυπήσει
να έχεις χτυπημένο
να έχετε χτυπήσει
να έχετε χτυπημένο
να έχεις χτυπηθεί
να είσαι χτυπημένος, -η
να έχετε χτυπηθεί
να είστε χτυπημένοι, -η
να έχει χτυπήσει
να έχει χτυπημένο
να έχουν χτυπήσει
να έχουν χτυπημένο
να έχει χτυπηθεί
να είναι χτυπημένος, -η, -ο
να έχουν χτυπηθεί
να είναι χτυπημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presχτύπα, χτύπαγεχτυπάτεχτυπιέστε
Aoristχτύπησε, χτύπαχτυπήστεχτυπήσουχτυπηθείτε
Part
izip
Presχτυπώντας
Perfέχοντας χτυπήσει, έχοντας χτυπημένοχτυπημένος, -η, -οχτυπημένοι, -ες, -α
InfinAoristχτυπήσειχτυπηθεί



















Griechische Definition zu χτυπώ

χτυπώ [xtipó] & -άω, -ιέμαι : I1.φέρνω το χέρι, το πόδι ή κάποιο αντικείμενο, με πολύ γρήγορες και βίαιες κινήσεις, επάνω σε κτ. α. (για άψ.) χτυπώ την πέτρα για να σπάσει. Ο ξυλοκόπος χτυπάει το δέντρο με το τσεκούρι. χτυπώ το καρφί στον τοίχο. χτυπώ τη γροθιά μου στο τραπέζι (με θυμό). χτυπώ τα στήθια μου (από απελπισία). χτυπώ τα πόδια (από πείσμα) / τα χέρια (από ενθουσιασμό), τα κάνω να χτυπήσουν. (αθλ.) χτυπώ την μπάλα / με την μπάλα. || χτυπώ τις χορδές / τα πλήκτρα, για να παίξω ένα μουσικό όργανο. || κάνω κτ. να κινηθεί ή κτ. κινείται δυνατά εδώ κι εκεί: Ο αέρας χτυπάει τα παράθυρα. Tα πουλιά χτυπούν τα φτερά τους. χτυπώ τα χαλιά, τα τινάζω δυνατά. Xτυπούν οι πόρτες. Xτυπούν τα δόντια μου από το κρύο. (έκφρ.) χτυπούν οι φτέρνες* του στους ώμους / στις πλάτες. ΦΡ χτυπάω κπ. σαν χταπόδι*. χτυπώ το κεφάλι* μου (στον τοίχο). πάρ΄ τον ένα (και) χτύπα τον άλλο, για δύο ανθρώπους που έχουν πολλά ελαττώματα, που είναι εξίσου κακοί ή ανίκανοι. χτυπώ ξύλο, για να αποτρέψω κάποιο κακό: Είσαι μια χαρά, να χτυπήσω ξύλο, μη σε ματιάσω. β. (για έμψ.) δέρνω, δίνω ξύλο: Kάθισε φρόνιμα, γιατί θα σε χτυπήσω. Tον χτύπησε στο πρόσωπο. Mην το χτυπάς το σκυλί! ΦΡ χτυπώ στο ψαχνό*. || (παθ.) εκδηλώνω τη λύπη, την απελπισία μου με ζωηρές κινήσεις και με λόγια και ως έκφραση, εκδηλώνω πολύ έντονα και επίμονα τα συναισθήματά μου: Kλαίει και χτυπιέται για το κακό που τον βρήκε, δέρνεται. Δεν πας να χτυπηθείς όσο θέλεις, αυτό που ζητάς δε θα γίνει. Που να χτυπιέσαι, δε θα πάμε σινεμά. Xτυπιόταν ότι δεν είχε καμία ανάμειξη στην υπόθεση, διαβεβαίωνε. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback