φέρω Verb  [fero, ferw]

  Verb
(1123)
  Verb
(1122)
  Verb
(190)
  Verb
(26)

Etymologie zu φέρω

φέρω altgriechisch φέρω


GriechischDeutsch
Θα συνεργαστώ στενά με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και όλα τα κράτη μέλη για να φέρω την αλλαγή.»Um den Wandel zustande zu bringen, werde ich mit dem Europäischen Parlament und allen Mitgliedstaaten eng zusammenarbeiten.“

Übersetzung bestätigt

Κυρία Πρόεδρε, θέλω να φέρω στην αίθουσα αυτή τη σθεναρή διαμαρτυρία και την αγανάκτηση της αγροτιάς της Ελλάδας, που βρίσκεται πάλι σε μαζικές, δυναμικές κινητοποιήσεις ενάντια στην αντιαγροτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που τους διώχνει από τα χωράφια τους, τους ξεκληρίζει, ερημώνει την ύπαιθρό μας.Frau Präsidentin! Ich möchte dem Hohen Haus den heftigen Protest und die Empörung der Bauern Griechenlands zur Kenntnis bringen, die erneut energische Massenaktionen gegen die landwirtschaftsfeindliche Politik der Europäischen Union unternehmen, die sie von ihren Feldern vertreibt, die Landwirtschaft vernichtet und das flache Land entvölkert.

Übersetzung bestätigt

Δεν θέλω να φέρω σε δύσκολη θέση την Επίτροπο Εξωτερικών Σχέσεων, όμως ανέκαθεν έλεγε να υποστηρίζουμε την κυβέρνηση και όχι επιμέρους υπουργούς.Ich möchte die Frau Kommissarin für Außenbeziehungen nicht in Schwierigkeiten bringen, aber sie hat immerhin davon gesprochen, die Regierung zu unterstützen, nicht einzelne Minister.

Übersetzung bestätigt

Με την υποστήριξη και την καθοδήγηση του Κοινοβουλίου θα συνεχίσω να πασχίζω για τη βελτίωση των υφιστάμενων επιτευγμάτων, προκειμένου να εκπληρώσω σωστά τη θεσμική εντολή μου να φέρω την Ένωση πιο κοντά στους πολίτες και να δώσω στη διοίκηση της ΕΕ ένα "ανθρώπινο πρόσωπο".Mit der Unterstützung des Parlaments im Rücken und unter dessen Führung werde ich mich bemühen, auf dem Erreichten aufzubauen und mein institutionelles Mandat auszufüllen, das darin besteht, die Union den Bürgern näher zu bringen und der EU-Verwaltung ein "menschliches Antlitz" zu geben.

Übersetzung bestätigt

Κύριε de Villiers, δεν θέλω να φέρω σε αντιπαράθεση το στρατόπεδο του "ναι" με το στρατόπεδο του "όχι".Ich möchte nicht die Anhänger des "Ja" in Gegensatz zu den Anhängern des "Nein" bringen, Herr de Villiers.

Übersetzung bestätigt



Grammatik

Grammatik zu φέρω

AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
φέρω, ferno">φέρνωφέρουμε, φέρομεφέρομαιφερόμαστε
φέρειςφέρετεφέρεσαιφέρεστε, φερόσαστε
φέρειφέρουν(ε)φέρεταιφέρονται
Imper
fekt
έφεραφέραμεφερόμουν(α)φερόμαστε, φερόμασταν
έφερεςφέρατεφερόσουν(α)φερόσαστε, φερόσασταν
έφερεέφεραν, φέραν(ε)φερόταν(ε)φέρονταν, φερόντανε, φερόντουσαν
Aoristέφεραφέραμεφέρθηκαφερθήκαμε
έφερεςφέρατεφέρθηκεςφερθήκατε
έφερεέφεραν, φέραν(ε)φέρθηκεφέρθηκαν, φερθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω φέρειέχουμε φέρειέχω φερθείέχουμε φερθεί
έχεις φέρειέχετε φέρειέχεις φερθείέχετε φερθεί
έχει φέρειέχουν φέρειέχει φερθείέχουν φερθεί
Plu
per
fekt
είχα φέρειείχαμε φέρειείχα φερθείείχαμε φερθεί
είχες φέρειείχατε φέρειείχες φερθείείχατε φερθεί
είχε φέρειείχαν φέρειείχε φερθείείχαν φερθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα φέρωθα φέρουμε, θα φέρομεθα φέρομαιθα φερόμαστε
θα φέρειςθα φέρετεθα φέρεσαιθα φέρεστε, θα φερόσαστε
θα φέρειθα φέρουν(ε)θα φέρεταιθα φέρονται
Fut
ur
θα φέρωθα φέρουμε, θα φέρομεθα φερθώθα φερθούμε
θα φέρειςθα φέρετεθα φερθείςθα φερθείτε
θα φέρειθα φέρουν(ε)θα φερθείθα φερθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω φέρειθα έχουμε φέρειθα έχω φερθείθα έχουμε φερθεί
θα έχεις φέρειθα έχετε φέρειθα έχεις φερθείθα έχετε φερθεί
θα έχει φέρειθα έχουν φέρειθα έχει φερθείθα έχουν φερθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να φέρωνα φέρουμε, να φέρομενα φέρομαινα φερόμαστε
να φέρειςνα φέρετενα φέρεσαινα φέρεστε, να φερόσαστε
να φέρεινα φέρουν(ε)να φέρεταινα φέρονται
Aoristνα φέρωνα φέρουμε, να φέρομενα φερθώνα φερθούμε
να φέρειςνα φέρετενα φερθείςνα φερθείτε
να φέρεινα φέρουν(ε)να φερθείνα φερθούν(ε)
Perfνα έχω φέρεινα έχουμε φέρεινα έχω φερθείνα έχουμε φερθεί
να έχεις φέρεινα έχετε φέρεινα έχεις φερθείνα έχετε φερθεί
να έχει φέρεινα έχουν φέρεινα έχει φερθείνα έχουν φερθεί
Imper
ativ
Presφέρεφέρετεφέρεστε
Aoristφέρεφέρτε, φέρετεφέρουφερθείτε
Part
izip
Presφέρονταςφερόμενος
Perfέχοντας φέρειφερμένος, -η, -οφερμένοι, -ες, -α
InfinAoristφέρειφερθεί











Griechische Definition zu φέρω

φέρω [féro] -ομαι Ρ αόρ. έφερα, απαρέμφ. φέρει, (παθ. μόνο στο ενεστ. θ.) : (λόγ.) 1α. κρατώ, βαστώ, σηκώνω κτ.: (Δεν) κρίθηκαν ικανοί να φέρουν όπλα. || (κυριολ. και μτφ.): Είναι βαρύ το φορτίο που φέρει στους ώμους του. (έκφρ.) φέρω κτ. βαρέως*. φέρω κτ. εις πέρας*. β. στηρίζω, υποβαστάζω. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback