{η}  συγγνώμη Subst.  [singnomi, syggnwmh]

(1449)
{die}    Subst.
(1211)
{die}    Subst.
(334)

Etymologie zu συγγνώμη

συγγνώμη altgriechisch συγγνώμη συγγιγνώσκω συγ- ( σύν) + γιγνώσκω & (Lehnbedeutung) französisch pardon[1]


GriechischDeutsch
Κύριε Πρόεδρε, ζητώ συγγνώμη που μίλησα επί περισσότερο από μισή ώρα, αλλά θεωρώ πως το Κοινοβούλιο δικαιούται μία ολοκληρωμένη απάντηση για τις πολλές τροπολογίες που κατατέθηκαν.Herr Präsident, es tut mir leid, dass meine Ausführungen eine halbe Stunde Redezeit in Anspruch genommen haben, aber ich bin der Auffassung, dass das Parlament ein Recht auf eine umfassende Antwort zu den zahlreichen eingebrachten Änderungsanträgen hat.

Übersetzung bestätigt

Ζητώ συγγνώμη που μίλησα τόσο πολύ, όμως αυτό το θέμα είναι πολύ σημαντικό και ήθελα να το πραγματευθώ εμπεριστατωμένα.Es tut mir leid, dass ich so ausführlich geworden bin, aber es ist ein überaus wichtiges Thema, auf das ich ausführlich eingehen wollte.

Übersetzung bestätigt

Επιτροπή, επαναλαμβάνω ολοκληρώνω, κύριε Πρόεδρε, και ζητώ συγγνώμη αν ξεπέρασα τον χρόνο μου κατά μερικά λεπτά, αλλά θεωρώ ότι το παρόν αποτελεί αρκετά σημαντικό ζήτημα ώστε να πρέπει να υπερβούμε τα χρονικά περιθώρια που ορίζουν οι κανονισμοί.Ich möchte noch einmal betonen und damit komme ich zum Schluss, Herr Präsident, und es tut mir leid, wenn ich mir einige zusätzliche Minuten genommen habe, aber ich halte dieses Thema für wichtig genug, um die von den Regeln vorgegebenen Zeiten zu überziehen -, dass wir den Bericht von Frau Gurmai begrüßen.

Übersetzung bestätigt

Ζητώ συγγνώμη.Es tut mir leid.

Übersetzung bestätigt

Κυρία Πρόεδρε, σας ζητώ συγγνώμη που σας κρατάμε από το γεύμα σας με τις αιτιολογήσεις ψήφου μας.Frau Präsidentin! Es tut mir leid, dass wir Sie mit unseren Erklärungen zu den Abstimmungen vom Mittagessen abhalten.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu συγγνώμη

συγγνώμη η [siŋγnómi] & (προφ.) συγνώμη η [siγnómi] Ο30α : η συγκατάθεση, η επιείκεια που ζητάει κάποιος για να του συγχωρεθεί ένα σφάλ μα που διέπραξε, μια άπρεπη ή άστοχη ενέργεια ή συμπεριφορά: Zητώ συγγνώμη. Kατάλαβε το λάθος του και ζήτησε συγγνώμη. Aπαιτώ να μου ζητήσει συγγνώμη. || απόλυτα (με παράλειψη του ρ. ζητώ) συγγνώμη, συγχωρήστε με: συγγνώμη, δεν το ήθελα. συγγνώμη, που σας ενοχλώ. συγγνώμη, αν σας κούρασα. συγγνώμη, δεν εννοούσα αυτό. || ευγενικός τρόπος για να αποταθούμε σε κπ.: συγγνώμη, κύριε, σας έπεσαν τα τσιγάρα. συγγνώμη, δεσποινίς, μήπως ξέρετε πού είναι το Δημαρχείο; συγγνώμη, αλλά εδώ απαγορεύεται το κάπνισμα! || (δίκ.) άτυπη δήλωση βούλησης, με την οποία κάποιος συγχωρεί κπ. άλλο για ένα παράπτωμα που διέπραξε και αίρει τις νομικές συνέπειες.

[λόγ. < αρχ. συγγνώμη `επιείκεια, συχώρεση΄ & σημδ. γαλλ. pardon· απλοπ. του συμφ. συμπλ. [ŋγn > γn] για διευκόλυν ση της άρθρ.]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback