μπορώ Verb  [boro, mporw]

  Verb
(2254)
schaffen (ugs.)
  Verb
(247)
  Verb
(208)

Etymologie zu μπορώ

μπορώ mittelgriechisch ημπορώ εμπορώ altgriechisch εὐπορέω


GriechischDeutsch
Ο υπογεγραμμένος μπορώ να ανακαλέσω τη συγκατάθεσή μου στη δημοσίευση των εν λόγω στοιχείων σε δημόσιο ιστότοπο υποβάλλοντας σχετικό αίτημα στις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εγγραφή.Beschwerden können an die zuständige nationale Datenschutzbehörde gerichtet werden.

Übersetzung bestätigt

Ο υπογεγραμμένος μπορώ να ανακαλέσω τη συγκατάθεσή μου στη δημοσίευση των εν λόγω στοιχείων σε δημόσιο ιστότοπο υποβάλλοντας σχετικό αίτημα στις αρμόδιες αρχές που είναι υπεύθυνες για την εγγραφή.Der Unterzeichner wird davon in Kenntnis gesetzt, dass die in dieser Erklärung enthaltenen Angaben auf der öffentlichen Website veröffentlicht werden können.

Übersetzung bestätigt

Και αυτή είναι μια καταπληκτική ερώτηση: μέχρι στιγμής η καταγραφή είναι υποχρεωτική και μπορώ να πω ότι, βάσει της εμπειρία μας, ολόκληρο το σύστημα λειτουργεί ικανοποιητικά: εάν υπάρχει κάποιο πρόβλημα μπορούμε να εντοπίσουμε γρήγορα το προϊόν.Das ist eine sehr gute Frage: Derzeit ist die Eintragung obligatorisch, und man kann sagen, dass nach unserer Erfahrung das gesamte System gut funktioniert: Wenn ein Problem auftaucht, können wir das Produkt rasch ausfindig machen.

Übersetzung bestätigt

Τέλος, θα ήθελα να μπορώ να λέω ότι το 100 % των μελών του Τμήματος ετούτου εφαρμόζουν στην πράξη αυτό που συνιστούμε στις γνωμοδοτήσεις μας όσον αφορά τις τεχνολογίες του μέλλοντος και, γι' αυτό, θα είσαστε όλοι συνδεδεμένοι μέσω Διαδικτύου με τις υπηρεσίες της ΕΟΚΕ.Zum Schluss meiner Ausführungen möchte ich darauf hinweisen, dass es mir eine Freude wäre, sagen zu können, dass die Mitglieder unserer Fachgruppe zu 100% die Empfehlungen unserer Stellungnah­men hinsichtlich der Zukunftstechnologien in der Praxis befolgen und daher per Internet mit den Dienststellen des Ausschusses in Kontakt stehen werden.

Übersetzung bestätigt

Είμαι ευχαριστημένος που μπορώ να αναγγείλω σήμερα το πρώτο πρόγραμμα εφαρμογής της κοινοτικής διαρθρωτικής πολιτικής στο Mezzogiorno.Es freut mich, heute das erste Programm zur Umsetzung der gemeinschaftlichen Strukturpolitik im Mezzogiorno bekanntgeben zu können.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu μπορώ

Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
μπορώμπορούμε
μπορείςμπορείτε
μπορείμπορούν(ε)
Imper
fekt
μπορούσαμπορούσαμε
μπορούσεςμπορούσατε
μπορούσεμπορούσαν(ε)
Aoristμπόρεσαμπορέσαμε
μπόρεσεςμπορέσατε
μπόρεσεμπόρεσαν, μπορέσανε
Per
fekt
έχω μπορέσειέχουμε μπορέσει
έχεις μπορέσειέχετε μπορέσει
έχει μπορέσειέχουν μπορέσει
Plu
per
fekt
είχα μπορέσειείχαμε μπορέσει
είχες μπορέσειείχατε μπορέσει
είχε μπορέσειείχαν μπορέσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα μπορώθα μπορούμε
θα μπορείςθα μπορείτε
θα μπορείθα μπορούνε
Fut
ur
θα μπορέσωθα μπορέσουμε, θα μπορέσομε
θα μπορέσειςθα μπορέσετε
θα μπορέσειθα μπορέσουνε
Fut
ur II
θα έχω μπορέσειθα έχουμε μπορέσει
θα έχεις μπορέσειθα έχετε μπορέσει
θα έχει μπορέσειθα έχουν μπορέσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να μπορώνα μπορούμε
να μπορείςνα μπορείτε
να μπορείνα μπορούνε
Aoristνα μπορέσωνα μπορέσουμε, -ομε
να μπορέσειςνα μπορέσετε
να μπορέσεινα μπορέσουν(ε)
Perfνα έχω μπορέσεινα έχουμε μπορέσει
να έχεις μπορέσεινα έχετε μπορέσει
να έχει μπορέσεινα έχουν μπορέσει
Imper
ativ
Presμπορείτε
Aoristμπόρεσεμπορέστε, μπορέσετε
Part
izip
Presμπορώντας
Perfέχοντας μπορέσει
InfinAoristμπορέσει



Person Wortform
Präsens ich kann
du kannst
er, sie, es kann
Präteritum ich konnte
Konjunktiv II ich könnte
Imperativ Singular
Plural
Perfekt Partizip II Hilfsverb
können haben
Alle weiteren Formen: Flexion:können







Griechische Definition zu μπορώ

μπορώ [boró] .10α : διαθέτω τις απαιτούμενες προϋποθέσεις ή δυνάμεις για να κάνω κτ. α. για φυσικές, πνευματικές ή ψυχικές ικανότητες: Δεν μπορεί να δουλέψει, γιατί είναι αδιάθετος / άρρωστος. Kαταλαβαίνω τα αγγλικά αλλά δεν μπορώ να τα μιλήσω. Φάε όσο μπορείς. (έκφρ.) δεν μπορώ, είμαι άρρωστος. ΠAΡ Πότε ο Γιάννης* δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί. || τολμώ: Έλα να παλαίψουμε, αν μπορείς. || (προφ.) ανέχομαι, υφίσταμαι: Δεν τον μπορώ αυτόν τον άνθρωπο με τις ιδιοτροπίες του. Δεν την μπορώ την πολλή ζέστη αλλά ούτε και το πολύ κρύο. (έκφρ.) μαζί δεν κάνουν και χώρια* δεν μπορούν. β. για δυνατότητες ή δικαιώματα: Έκανα ό,τι μπορούσα. Mπορείς να μου δανείσεις χίλιες δραχμές; Δεν μπορώ να κάνω τίποτε άλλο· έκανα ό,τι μπορούσα. Ελευθερία είναι να μπορώ να κάνω ό,τι θέλω, αν αυτό δε βλάπτει τους άλλους. μπορώ να κάνω κάτι;, επιτρέπεται; Δε θα μπορέσω, να κάνω αυτό για το οποίο γίνεται λόγος. Θα έρθεις αύριο; - Δε θα μπορέσω. || μπορώ να σας απασχολήσω για λίγο;, ως έκφραση ευγένειας. γ. υπάρχει η δυνατότητα ή η πιθανότητα να γίνει κτ.: Θα μπορούσα να πεθάνω, αν το κάνεις αυτό. Λάθη που μπορούν να μου στοιχίσουν ακριβά. δ. (στο γ' πρόσ.) είναι δυνατό ή πιθανό· ίσως: Mπορεί να πάω, μπορεί και να μην πάω. Θα φύγεις αύριο; - Mπορεί. Δεν μπορεί να…, είναι αδύνατο ή απίθανο.

[μσν. μπορώ < εμπορώ με αποβ. του αρχικού άτ. φων. < αρχ. εὐπορῶ `ευδοκιμώ, βρίσκω τον τρόπο΄ παρετυμ. έμπορος]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback