μέσα Adj.  [mesa]

(7317)
(2957)
(2064)
(51)
(0)

Etymologie zu μέσα

μέσα mittelgriechisch μέσα αιτιατική πληθυντικού, ουδετέρου γένους του επιθέτου μέσος[1]


GriechischDeutsch
Πράγματι, η ωριαία ακαθάριστη αμοιβή σε ένα κλάδο δεν εξελίσσεται σε καμία περίπτωση με τέτοιο τρόπο: αυξάνει μεν διαρκώς με την πάροδο του χρόνου, όμως δεν μπορεί να διπλασιαστεί μέσα σε ένα χρόνο.Tatsächlich entwickelt sich branchenintern der Bruttostundenlohn auf keinen Fall auf diese Art: er steigt zwar beständig im Laufe der Zeit, kann sich jedoch innerhalb eines Jahres nicht verdoppeln.

Übersetzung bestätigt

Εάν η Επιτροπή δεν είχε αποφασίσει να αγνοήσει τις παρατηρήσεις που υποβλήθηκαν μετά από δεδομένη ημερομηνία, η συνεχής αυτή υποβολή παρατηρήσεων θα την εμπόδιζε να καταλήξει σε μια οριστική απόφαση μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα.So beschloss die Kommission, die nach dem vorgegebenen Datum eingelangten Äußerungen zu übergehen, um das Ergehen einer endgültigen Entscheidung innerhalb einer angemessenen Frist nicht durch die fortgesetzt eingereichten Stellungnahmen zu behindern.

Übersetzung bestätigt

Η Ουγγαρία υποχρεούται δηλαδή – σύμφωνα με την αρχή της με καλή πίστη συνεργασίας που απορρέει από το άρθρο 10 της συνθήκης ΕΚ – να υλοποιήσει μέσα σε εύλογο χρονικό διαστήματος την προσομοίωση σύμφωνα με τις ανωτέρω γενικές αρχές και βασιζόμενη στην προαναφερόμενη προσομοίωση να υπολογίσει το ποσό της ενίσχυσης που πρέπει να ανακτηθεί.Ungarn ist also — gemäß dem Grundsatz der redlichen Zusammenwirkung nach Artikel 10 EG-Vertrag — verpflichtet, die Simulation innerhalb einer angemessenen Frist und gemäß den vorstehend genannten Grundsätzen durchzuführen und den Betrag der zurückzuzahlenden Beihilfe zu bestimmen.

Übersetzung bestätigt

Επιπλέον, το 2003 και 2004 ήταν ευρέως γνωστό το γεγονός ότι λόγω της προσεχούς προσχώρησης της Ουγγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα ετίθετο σε ισχύ η 2η Οδηγία περί Ηλεκτρικής Ενέργειας [63], με αποτέλεσμα να γίνουν από την 1η Ιουλίου 2007 όλοι οι καταναλωτές υποχρεωτικά επιλέξιμοι, πράγμα που θα είχε ως συνέπεια την περαιτέρω μείωση των αναγκών της MVM μέσα σε χρονικό διάστημα πολύ συντομότερο της υπόλοιπης διάρκειας ισχύος των ΜΠΣ.Überdies war es in 2003 und in 2004 allgemein bekannt, dass infolge des bevorstehenden Beitritts von Ungarn zur Europäischen Union die Zweite Elektrizitätsrichtlinie [63] in Kraft treten wird, und damit sichergestellt ist, dass zugelassene Kunden ab dem 1. Juli 2007 alle Kunden sind, was innerhalb einer bedeutend kürzeren Zeit als die restliche Laufzeit der PPA zur weiteren Senkung der Bedürfnisse von MVM führen wird.

Übersetzung bestätigt

Το σχέδιο αναδιάρθρωσης, του οποίου η διάρκεια πρέπει επίσης να είναι όσο το δυνατόν περιορισμένη, πρέπει να επιτρέπει την αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας της επιχείρησης μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, με βάση ορισμένες ρεαλιστικές υποθέσεις όσον αφορά τους μελλοντικούς όρους λειτουργίας.Der Umstrukturierungsplan, dessen Laufzeit möglichst begrenzt sein muss, soll die Wiederherstellung der langfristigen Rentabilität des Unternehmens innerhalb einer angemessenen Frist auf der Grundlage realistischer Annahmen hinsichtlich seiner künftigen Betriebsbedingungen erlauben.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu μέσα

μέσα [mésa] & μες [més] στις περιπτώσεις που (συνήθ. στον προφορικό λόγο) παθαίνει έκθλιψη πριν από σύμφωνο· παθαίνει έκθλιψη επίσης πριν από φωνήεν· επίρρ. τοπ. : I. προσδιορίζει, σε κίνηση ή σε στάση, τον τόπο ή το σημείο που περιέχεται στα όρια κάποιου άλλου χώρου. ANT έξω· ειδικότερα με αναφορά: α. στο εσωτερικό ενός χώρου: Είναι κανείς μέσα; Nα περιμένω μέσα ή έξω; Παρακαλώ, περάστε μέσα. Πώς χώθηκες εκεί μέσα; Tι υπάρχει εδώ μέσα; H κοιλιά μέσα, η πλάτη ίσια, προς τα μέσα. || με επανάληψη για έμφαση: Kρύψ΄ το μέσα μέσα για να μην το βρει κανείς. (συγκριτικός βαθμός): Πήγαινε λίγο πιο μέσα. || επιφωνηματικά, συχνά χωρίς το ρήμα: μέσα όλοι! β. σε κλειστό χώρο: Όταν βρέχει, κάνουμε γυμναστική μέσα, όχι έξω στην αυλή, στο ύπαιθρο. Φέρε το καναρίνι μέσα. Mου αρέσει τα βράδια να μένω μέσα, να μη βγαίνω έξω για διασκέδαση, να μένω σπίτι. γ. εσωτερικά: Έβαψαν το σπίτι μέσα έξω. δ. με πρόθεση: Δε φοράει τίποτε από μέσα, από κάτω, εσωτερικά, κατάσαρκα. || (προφ.) μέσα!, στη θέση καταφατικής μονολεκτικής απάντησης: Είσαι για σινεμά; -μέσα!, ναι, και βέβαια είμαι. μέσα και, μαζί με: Θα στοιχίσει είκοσι χιλιάδες μέσα και τα έξοδα μεταφοράς, μαζί με, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων. (έκφρ.) απ΄ έξω / απέξω κούκλα* κι από μέσα πανούκλα. ΦΡ μπαίνω* μέσα. βάζω κπ. μέσα, τον φυλακίζω. είναι κάποιος στα μέσα και στα έξω*. είμαι μέσα, πετυχαίνω: Aν το έγραψες αυτό, είσαι μέσα. II. σε θέση πρόθεσης· δηλώνει: 1. τόπο: α. για κίνηση από το εσωτερικό ενός χώρου προς τα έξω: Tο έβγαλε μέσα από το συρτάρι / το γραφείο / το μπαούλο. || (Kάποιος) μέσα από το σπίτι, από αυτούς που μπαινοβγαίνουν στο σπίτι, του σπιτιού. μέσα στο σπίτι / στο γραφείο / στο χωριό. Προσαρμογή στο περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε. Έζησε μέσα στη δυστυχία. Διαμέρισμα μέσα ή κοντά στο κέντρο της πόλης. || μέσα στα πλαίσια του εκσυγχρονισμού. μέσα στα όρια των δυνατοτήτων / του χρόνου κτλ., όσο ορίζουν οι δυνατότητες, ο χρόνος κτλ. || Kάπου μέσα στο βιβλίο… (έκφρ.) (είμαι) μέσα σε όλα, είμαι ενημερωμένος, έχω πολλές και ποικίλες δραστηριότητες. μέσα μου, σου κτλ., μέσα στο μυαλό, στην ψυχή, στο σώμα κτλ., ανάλογα με τα συμφραζόμενα: Kάτι μέσα του του έλεγε πως θα πετύχει. Mιλώ από μέσα μου, χωρίς να μπορεί να με ακούσει κανείς. Σκέφτομαι από μέσα μου, χωρίς να το διατυπώσω. Φυλάω κτ. (βαθιά) μέσα μου / κρατάω κτ. μέσα μου, το κρύβω, δεν το εξωτερικεύω. Tο ΄χει μέσα του / στο μέσα του να γκρινιάζει, να κλαίει κτλ., του είναι έμφυτο. ΦΡ έχει το διά(β)ολο* μέσα του. μες στα όλα*. τον έχω μέσα στην καρδιά μου, τον αγαπώ πολύ. β. ανάμεσα: Ένα σπιτάκι μέσα στα πεύκα / στο πράσινο. (για πρόσ.) Δεν αντέχει μέσα στον κόσμο. Είναι μέσα στους καλύτερους, μεταξύ. γ. ανάμεσα, διά μέσου: Tους χαιρέτησε μέσα από τα κάγκελα. Πετάχτηκε μέσα από τα κλαδιά. Πέρασέ το μέσα από την τρύπα. Δε θα περάσουμε μέσα από την πόλη. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback