κρατώ Verb  [krato, kratw]

  Verb
(85)
  Verb
(3)
  Verb
(1)
  Verb
(1)
  Verb
(1)
  Verb
(0)
  Verb
(0)
  Verb
(0)
  Verb
(0)

Etymologie zu κρατώ

κρατώ altgriechisch κρατέω-ῶ κράτος


GriechischDeutsch
Χρειάζεται να κρατώ πιεσμένο το πλήκτρο ένεσης έως ότου ολοκληρωθεί η ένεση;Muss ich den Injektionsknopf gedrückt halten, bis die Injektion vollständig beendet ist?

Übersetzung bestätigt

Επιδιώκοντας, ωστόσο, να επιτύχω έναν αποτελεσματικό πολιτικό έλεγχο από πλευράς Κοινοβουλίου, προσπάθησα να κρατώ ενήμερο, στο βαθμό του δυνατού, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· ενημέρωσα μεταξύ άλλων την Επιτροπή Βιομηχανίας, Εξωτερικού Εμπορίου, Έρευνας και Ενέργειας του Κοινοβουλίου για τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία, στις 11 Οκτωβρίου, και είμαι φυσικά έτοιμος να παραστώ εκ νέου στην αρμόδια επιτροπή του Κοινοβουλίου, για να συζητήσω την πρόταση αυτή.Da ich mich jedoch um die Sicherstellung einer effizienten politischen Kontrolle durch das Parlament bemühe, war ich bestrebt, das Europäische Parlament so gut wie möglich über den Stand der Dinge auf dem Laufenden zu halten, und ich habe insbesondere Ihren Ausschuss für Industrie, Außenhandel, Forschung und Energie am 11. Oktober 2000 über diese Initiative informiert. Ich bin selbstverständlich bereit, ein weiteres Mal im zuständigen Ausschuss Ihres Parlaments über diesen Vorschlag zu diskutieren.

Übersetzung bestätigt

Στις επαφές μου με το Κοινοβούλιο πάντοτε προσπαθώ να παίζω πολύ ανοιχτά. Δεν κρατώ τα χαρτιά μου κλειστά.Wenn ich mit dem Parlament zu tun habe, versuche ich immer mit offenen Karten zu spielen und sie nicht verborgen zu halten.

Übersetzung bestätigt

Φυσικά, καθώς προχωρούν οι εν εξελίξει μελέτες, θα το θεωρήσω ζήτημα τιμής να κρατώ ενήμερο το Κοινοβούλιο, και θέλω να το ευχαριστήσω εκ των προτέρων, κύριε Πρόεδρε, διότι συμφώνησε, στο προτεινόμενο ψήφισμα που πρόκειται να ψηφιστεί αύριο, να μας δώσει τη βοήθεια που χρειαζόμαστε για να πείσουμε τα κράτη μέλη ότι ένα σχέδιο όπως αυτό είναι τόσο σημαντικό για το μέλλον της Ευρώπης που θα πρέπει να το προωθήσουμε με αποφασιστικότητα.Natürlich wird es mir während der laufenden Untersuchungen Ehrensache sein, das Parlament auf dem Laufenden zu halten, und ich möchte mich im Voraus dafür bedanken, Herr Präsident, dass es sich in dem morgen zur Abstimmung kommenden Entschließungsentwurf bereiterklärt, uns die Unterstützung zu geben, die wir brauchen, um die Mitgliedstaaten davon zu überzeugen, dass ein Vorhaben wie dieses für die Zukunft von Europa zu wichtig ist, als dass man es nicht mit ganzer Kraft verfolgt.

Übersetzung bestätigt

Είμαι φυσικά στη διάθεση του Κοινοβουλίου για να σας κρατώ ενήμερους σχετικά με τις κύριες εξελίξεις στον τομέα της τελωνειακής νομοθεσίας και της εφαρμογής της.Selbstverständlich stehe ich dem Parlament zur Verfügung, um Sie über die wichtigsten Entwicklungen im Bereich der Zollvorschriften und ihrer Umsetzung auf dem Laufenden zu halten.

Übersetzung bestätigt



Grammatik

Grammatik zu κρατώ

AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
κρατάω, κρατώκρατάμε, κρατούμεκρατιέμαικρατιόμαστε
κρατάςκρατάτεκρατιέσαικρατιέστε, κρατιόσαστε
κρατάει, κρατάκρατάν(ε), κρατούν(ε)κρατιέταικρατιούνται, κρατιόνται
Imper
fekt
κρατούσα, κράταγακρατούσαμε, κρατάγαμεκρατιόμουν(α)κρατιόμαστε, κρατιόμασταν
κρατούσες, κράταγεςκρατούσατε, κρατάγατεκρατιόσουν(α)κρατιόσαστε, κρατιόσασταν
κρατούσε, κράταγεκρατούσαν(ε), κράταγαν, κρατάγανεκρατιόταν(ε)κρατιόνταν(ε), κρατιούνταν, κρατιόντουσαν
Aoristκράτησακρατήσαμεκρατήθηκακρατηθήκαμε
κράτησεςκρατήσατεκρατήθηκεςκρατηθήκατε
κράτησεκράτησαν, κρατήσαν(ε)κρατήθηκεκρατήθηκαν, κρατηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω κρατήσει
έχω κρατημένο
έχουμε κρατήσει
έχουμε κρατημένο
έχω κρατηθεί
είμαι κρατημένος, -η
έχουμε κρατηθεί
είμαστε κρατημένοι, -ες
έχεις κρατήσει
έχεις κρατημένο
έχετε κρατήσει
έχετε κρατημένο
έχεις κρατηθεί
είσαι κρατημένος, -η
έχετε κρατηθεί
είστε κρατημένοι, -ες
έχει κρατήσει
έχει κρατημένο
έχουν κρατήσει
έχουν κρατημένο
έχει κρατηθεί
είναι κρατημένος, -η, -ο
έχουν κρατηθεί
είναι κρατημένοι, -ες, -α
Plu
perf
ekt
είχα κρατήσει
είχα κρατημένο
είχαμε κρατήσει
είχαμε κρατημένο
είχα κρατηθεί
ήμουν κρατημένος, -η
είχαμε κρατηθεί
ήμαστε κρατημένοι, -ες
είχες κρατήσει
είχες κρατημένο
είχατε κρατήσει
είχατε κρατημένο
είχες κρατηθεί
ήσουν κρατημένος, -η
είχατε κρατηθεί
ήσαστε κρατημένοι, -ες
είχε κρατήσει
είχε κρατημένο
είχαν κρατήσει
είχαν κρατημένο
είχε κρατηθεί
ήταν κρατημένος, -η, -ο
είχαν κρατηθεί
ήταν κρατημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα κρατάω, θα κρατώθα κρατάμε, θα κρατούμεθα κρατιέμαιθα κρατιόμαστε
θα κρατάςθα κρατάτεθα κρατιέσαιθα κρατιέστε, θα κρατιόσαστε
θα κρατάει, θα κρατάθα κρατάν(ε), θα κρατούν(ε)θα κρατιέταιθα κρατιούνται, θα κρατιόνται
Fut
ur
θα κρατήσωθα κρατήσουμε, θα κρατήσομεθα κρατηθώθα κρατηθούμε
θα κρατήσειςθα κρατήσετεθα κρατηθείςθα κρατηθείτε
θα κρατήσειθα κρατήσουν(ε)θα κρατηθείθα κρατηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω κρατήσει
θα έχω κρατημένο
θα έχουμε κρατήσει
θα έχουμε κρατημένο
θα έχω κρατηθεί
θα είμαι κρατημένος, -η
θα έχουμε κρατηθεί
θα είμαστε κρατημένοι, -ες
θα έχεις κρατήσει
θα έχεις κρατημένο
θα έχετε κρατήσει
θα έχετε κρατημένο
θα έχεις κρατηθεί
θα είσαι κρατημένος, -η
θα έχετε κρατηθεί
θα είστε κρατημένοι, -ες
θα έχει κρατήσει
θα έχει κρατημένο
θα έχουν κρατήσει
θα έχουν κρατημένο
θα έχει κρατηθεί
θα είναι κρατημένος, -η, -ο
θα έχουν κρατηθεί
θα είναι κρατημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να κρατάω, να κρατώνα κρατάμε, να κρατούμενα κρατιέμαινα κρατιόμαστε
να κρατάςνα κρατάτενα κρατιέσαινα κρατιέστε, να κρατιόσαστε
να κρατάει, να κρατάνα κρατάν(ε), να κρατούν(ε)να κρατιέταινα κρατιούνται, να κρατιόνται
Aoristνα κρατήσωνα κρατήσουμε, να κρατήσομενα κρατηθώνα κρατηθούμε
να κρατήσειςνα κρατήσετενα κρατηθείςνα κρατηθείτε
να κρατήσεινα κρατήσουν(ε)να κρατηθείνα κρατηθούν(ε)
Perfνα έχω κρατήσει
να έχω κρατημένο
να έχουμε κρατήσει
να έχουμε κρατημένο
να έχω κρατηθεί
να είμαι κρατημένος, -η
να έχουμε κρατηθεί
να είμαστε κρατημένοι, -ες
να έχεις κρατήσει
να έχεις κρατημένο
να έχετε κρατήσει
να έχετε κρατημένο
να έχεις κρατηθεί
να είσαι κρατημένος, -η
να έχετε κρατηθεί
να είστε κρατημένοι, -η
να έχει κρατήσει
να έχει κρατημένο
να έχουν κρατήσει
να έχουν κρατημένο
να έχει κρατηθεί
να είναι κρατημένος, -η, -ο
να έχουν κρατηθεί
να είναι κρατημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presκράτα, κράταγεκρατάτεκρατιέστε
Aoristκράτησε, κράτακρατήστεκρατήσουκρατηθείτε
Part
izip
Presκρατώντας
Perfέχοντας κρατήσει, έχοντας κρατημένοκρατημένος, -η, -οκρατημένοι, -ες, -α
InfinAoristκρατήσεικρατηθεί





















Griechische Definition zu κρατώ

κρατώ [krató] & -άω, -ιέμαι .9β : 1α. έχω κτ. μέσα στο χέρι μου, με τέτοιον τρόπο, ώστε να μην μπορεί να πέσει ή να φύγει: Kρατούσε γερά το σκοινί. Tον κρατούσε από το μανίκι. Kρατάει το παιδί από το χέρι / στην αγκαλιά. Περπατούσαν κρατημένοι χεράκι χεράκι. Kράτη σέ μου λίγο την τσάντα! ΦΡ κρατάει τον πάπα* από τα γένια. ΠAΡ Όπου ακούς πολλά κεράσια* κράτα και μικρό καλάθι. || Kρατηθείτε καλά!, για να μην πέσετε. Πρόσεξε, κρατάει μαχαίρι. β. έχω κτ. επάνω μου ή κουβαλώ κτ. μαζί μου: Δεν κρατώ μαζί μου χρήματα. Kρατάς την ταυτότητά σου; [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback