ημπορώ Verb  [iboro, hmporw]

Noch keine Übersetzung :(

Du suchst nach einem Wort oder einer Übersetzung?

Wir helfen dir gerne in unserem Forum: Greeklex Forum!

Etymologie zu ημπορώ

ημπορώ mittelgriechisch ημπορώ εμπορώ altgriechisch εὐπορῶ


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Noch keine Grammatik zu ημπορώ.



Griechische Definition zu ημπορώ

ημπορώ· εμπορώ· ηπορώ· μπορώ· πορώ· μτχ. εμπορεμένος· εμποριζάμενος· ημπορεζόμενος· ημποριζάμενος· ημπορούμενος· μπορεζάμενος· μπορεζόμενος· μπορεμένος· μπορεσάμενος· μποριζάμενος· (μ)ποριζόμενος· μπορούμενος.

1)
α) Έχω τη δύναμη, τη δυνατότητα να πραγματοποιήσω κ.:
αν ημπορείς ευεργετείν (Σπαν. B 222
μήδ’ ο χειμώνας νέφαλα τόσα μπορά σηκώσει (Ερωφ. Γ´ 195
β) έχω την ευχέρεια, μου είναι εύκολο κ.:
είσαι βασιλιού παιδί, καθώς μπορούσι … ’ς τσι πράξες σου όλοι να το θωρούσι (Ερωφ. Α´ 141
γ) κατορθώνω, πετυχαίνω κ.:
στη Σούδα δεν εμπόρεσαν ετότες για να μπούσι (Τζάνε, Κρ. πόλ. 44822).
2) Έχω ψυχική δύναμη, αντέχω:
Ουκ ημπορώ από του νυν οδύνας να βαστάζω (Ιμπ. 834
εζάλισέ με, δε μπορώ πλιο μου να τον ακούγω (Φορτουν. Β´ 39).
3) Έχω το δικαίωμα, την εξουσία να κάνω κ.:
Ώδε λέγει εκείνον τό εμπορούν να ποίσουν οι κριταί (Ασσίζ. 27625).
4) Ξέρω, κατέχω κ.:
τι να λέγω ουκ εμπορώ, τι να τον επαινέσω (Αχιλλ. L 1222).
5) (Απρόσ., συν. με άρν.) δεν είναι δυνατόν, μπορετό, «γραφτό»:
νεότερε, τό πεθυμάς δεν ημπορεί να το ’χεις (Ερωτοπ. 644).
Η μτχ. μπορεζάμενος ως επίθ. = που έχει δύναμη, δυνατός, ισχυρός:
ό,τι οι ανθρώποι δε μπορού να κάμουσι, μπορούσι οι μπορεζάμενοι θεοί (Πανώρ. Δ´ 272).
Η μτχ. μπορεμένος ως επίθ. =
1) Που έχει δύναμη, δυνατός, ισχυρός:
(Πανώρ. Δ´ 77
θέλου (ενν. οι κοπελιές) αδυνατό και μπορεμένο ταίρι να ’χουσιν (Φορτουν. Γ´ 195).
2) Πλούσιος, ευκατάστατος:
εί συνηθισμένο ’ς τσι γάμους να μαζώνουνται (ενν. οι βοσκοί) πάντα τω μπορεμένω (Πανώρ. Ε´ 370).
Το ουδ. μπορεμένο, μπορεζάμενο(ν) ως ουσ. = δυνατόν, ενδεχόμενο:
αν έναι μπορεμένο το στρώμα να μη σε κρατεί ποτέ ξεχωρισμένο (Φορτουν. Ε´ 165).
[<ευπορώ (βλ. ά.). Ο τ. εμπ‑ στο Du Cange (είν). Ο τ. μπορώ στο Βλάχ. και σήμ. Σε κρητ. κείμ. απ. σχηματ. (η)μπορά <(η)μπορεί + να. Η λ. και ο τ. εμπ‑ και σήμ. κυπρ.]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback