{ο}  διάδρομος Subst.  [diadromos, thiathromos]

{der}    Subst.
(143)
{der}    Subst.
(46)
{die}    Subst.
(10)
{das}    Subst.
(8)
{der}    Subst.
(0)
{die}    Subst.
(0)

Etymologie zu διάδρομος

διάδρομος altgriechisch διάδρομον (substantiviertes Neutrum des Adjektivs διάδρομος


GriechischDeutsch
Όταν σε ένα τμήμα διαδρόμου υπάρχουν περισσότερες από μία γραμμές, μια τουλάχιστον εξ αυτών πρέπει να είναι εξοπλισμένη στο εν λόγω τμήμα και ολόκληρος ο διάδρομος θεωρείται ότι είναι εξοπλισμένος από τη στιγμή που τουλάχιστον μια γραμμή είναι εξοπλισμένη σε όλο το μήκος του διαδρόμου.Auf Korridorabschnitten mit mehr als einer Strecke ist mindestens eine dieser Strecken auszurüsten, und der gesamte Korridor gilt als ausgerüstet, sobald mindestens eine Strecke auf der gesamten Länge des Korridors über ERTMS verfügt.

Übersetzung bestätigt

Καθώς η διαλειτουργικότητα είναι δυνατόν να επιτευχθεί μόνον εάν εξοπλισθούν πλήρως οι διάδρομοι, στο ευρωπαϊκό σχέδιο εξάπλωσης πρέπει να προβλεφθούν κατάλληλες προθεσμίες για την αναβάθμιση ή την ανανέωση του υποσυστήματος.Da Interoperabilität nur dann erzielt wird, wenn die Korridore vollständig ausgerüstet sind, sollten für Erneuerung oder Umrüstung der Teilsysteme geeignete Fristen im strategischen europäischen Bereitstellungsplan vorgesehen werden.

Übersetzung bestätigt

βόρειο-βορειοδυτικός διάδρομος, συμπεριλαμβανομένου του Βίγο-Πόρτο (2010),Nord/Nordwest-Korridor, einschließlich Vigo-Porto (2010)

Übersetzung bestätigt

Ο διάδρομος στον οποίο επιτρέπεται προσαύξηση μπορεί να περιλαμβάνει παράλληλα και άμεσα ανταγωνιστικά ορεινά οδικά τμήματα, σε λογική απόσταση, στα οποία μπορεί να εκτρέπεται η κυκλοφορία ως αποτέλεσμα της επιβολής προσαύξησης.Der Korridor, auf dem ein Mautaufschlag gestattet wird, kann parallele und unmittelbar konkurrierende Straßenabschnitte in Bergregionen innerhalb einer vertretbaren Entfernung umfassen, auf die sich der Verkehr infolge der Einführung des Mautaufschlags verlagern könnte.

Übersetzung bestätigt

Όταν υπάρχουν περισσότερες της μιας γραμμές σε ένα τμήμα διαδρόμου, πρέπει να είναι εξοπλισμένη τουλάχιστον μία από τις γραμμές σε αυτό το τμήμα, και ολόκληρος ο διάδρομος θεωρείται εξοπλισμένος εφόσον είναι εξοπλισμένη τουλάχιστον μία γραμμή σε όλο το μήκος του διαδρόμου.Auf Korridorabschnitten mit mehr als einer Strecke ist mindestens eine dieser Strecken auszurüsten, und der gesamte Korridor gilt als ausgerüstet, sobald mindestens eine Strecke auf der gesamten Länge des Korridors über ERTMS verfügt.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung



Griechische Definition zu διάδρομος

διάδρομος ο [δiáδromos] : 1α. στενός και μακρύς βοηθητικός χώρος για την ανεξάρτητη επικοινωνία των δωματίων ενός σπιτιού ή των διαμερισμάτων ενός ορόφου: Σκοτεινός / φαρδύς / στενός διάδρομος. Δεξιά κι αριστερά από το διάδρομο υπάρχουν δωμάτια. || (επέκτ.) το στενόμακρο χαλί που καλύπτει το διάδρομο. β. μεγάλος κοινόχρηστος χώρος σε δημόσια συνήθ. οικοδομήματα για την ανεξάρτητη επικοινωνία αιθουσών και τμημάτων: Στους διαδρόμους της Bουλής γίνονται πολλές συζητήσεις. Συναντήθηκαν τυχαία στο διάδρομο του δικαστηρίου. γ. (μτφ.) το περιθώριο μιας επίσημης διαδικασίας: Συζητήσεις / φήμες / ψίθυροι των διαδρόμων, για κτ. που γίνεται, που κυκλοφορεί ανεπίσημα στο περιθώριο αυτής της διαδικασίας. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback