{ο}  αξιωματικός Subst.  [aksiomatikos, aksiwmatikos]

{der}    Subst.
(764)
{der}    Subst.
(6)

Etymologie zu αξιωματικός

αξιωματικός αξίωμα


GriechischDeutsch
Αρμοδιότητα: Αναπληρωτής Υπουργός Εσωτερικών για θέματα ασφαλείας, αξιωματικός του IRGC.Funktion: für Sicherheitsangelegenheiten zuständiger Stellvertretender Innenminister, Offizier des IRGC.

Übersetzung bestätigt

Κάθε αξιωματικός μηχανής με πιστοποιητικό δεύτερου μηχανικού σε πλοία κινούμενα με κύριες προωστήριες μηχανές ισχύος 3000 kW και άνω, μπορεί να υπηρετεί ως πρώτος μηχανικός σε πλοίο κινούμενο με κύριες προωστήριες μηχανές ισχύος κάτω των 3000 kW, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει συμπληρώσει τουλάχιστον δωδεκάμηνη αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία σε υπεύθυνη θέση ως αξιωματικός μηχανής και ότι έχει την ανάλογη θεώρηση στο πιστοποιητικό του.Jeder technische Offizier, der zum Dienst als Zweiter technischer Offizier auf Schiffen mit einer Antriebsleistung von 3000 oder mehr Kilowatt befähigt ist, kann als Leiter der Maschinenanlage auf Schiffen mit einer Antriebsleistung von weniger als 3000 Kilowatt Dienst tun, sofern er eine zugelassene Seefahrtzeit von mindestens 12 Monaten als technischer Offizier in verantwortlicher Stellung abgeleistet hat und ein entsprechender Vermerk in seinem Befähigungszeugnis eingetragen ist.

Übersetzung bestätigt

Κάθε αξιωματικός φυλακής μηχανής σε επανδρωμένο μηχανοστάσιο ή αξιωματικός υπηρεσίας μηχανής σε περιοδικά ανεπάνδρωτο μηχανοστάσιο πλοίου θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κινούμενο με κύρια προωστήρια μηχανή ισχύος 750 kW και άνω πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού.Jeder technische Wachoffizier in einem besetzten Maschinenraum und jeder technische Offizier im Bereitschaftsdienst in einem zeitweise unbesetzten Maschinenraum auf einem Seeschiff mit einer Antriebsleistung von 750 oder mehr Kilowatt muss Inhaber eines entsprechenden Befähigungszeugnisses sein.

Übersetzung bestätigt

Κάθε πλοίαρχος, αξιωματικός και χειριστής ασυρμάτου, για να συνεχίσει τη θαλάσσια υπηρεσία σε πλοία για τα οποία έχουν συμφωνηθεί διεθνώς ειδικές απαιτήσεις εκπαίδευσης, ολοκληρώνει επιτυχώς την εγκεκριμένη σχετική εκπαίδευση.Jeder Kapitän, Offizier und Funker muss zur Fortsetzung der Seefahrtzeit an Bord von Schiffen, für die auf internationaler Ebene besondere Ausbildungsanforderungen vereinbart wurden, die zugelassene einschlägige Ausbildung erfolgreich abschließen.

Übersetzung bestätigt

Κάθε πλοίαρχος, αξιωματικός και χειριστής ασυρμάτου, κάτοχος πιστοποιητικού που έχει εκδοθεί ή αναγνωρισθεί σύμφωνα με οποιοδήποτε κεφάλαιο του παραρτήματος Ι εκτός του κεφαλαίου VI, ο οποίος υπηρετεί σε πλοίο στη θάλασσα ή σκοπεύει να επιστρέψει σε θαλάσσια υπηρεσία ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα που διήνυσε στην ξηρά, απαιτείται, για να συνεχίσει να θεωρείται ότι έχει τα προσόντα για θαλάσσια υπηρεσία, ανά χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τα πέντε έτη:Jeder Kapitän, Offizier und Funker, der Inhaber eines Befähigungszeugnisses ist, das gemäß den Kapiteln des Anhangs I mit Ausnahme von Kapitel VI erteilt oder anerkannt wurde, und der auf See Dienst tut oder nach einer Zeit an Land wieder auf See zurückzukehren beabsichtigt, muss zur Beibehaltung seiner Befähigung für den Dienst auf See in Zeitabständen von höchstens fünf Jahren

Übersetzung bestätigt



Grammatik

Grammatik zu αξιωματικός

FallSingular
Nominativαξιωματικόςαξιωματικήαξιωματικό
Genitivαξιωματικούαξιωματικήςαξιωματικού
Akkusativαξιωματικόαξιωματικήαξιωματικό
Vokativαξιωματικέαξιωματικήαξιωματικό
FallPlural
Nominativαξιωματικοίαξιωματικέςαξιωματικά
Genitivαξιωματικώναξιωματικώναξιωματικών
Akkusativαξιωματικούςαξιωματικέςαξιωματικά
Vokativαξιωματικοίαξιωματικέςαξιωματικά





Singular Plural
Nominativ das Militär
Genitiv des Militärs
Dativ dem Militär
Akkusativ das Militär



Griechische Definition zu αξιωματικός

αξιωματικός ο [aksiomatikós] : 1.γενικός χαρακτηρισμός των βαθμοφόρων που ανήκουν στις μεσαίες και ανώτερες βαθμίδες της στρατιωτικής ιεραρχίας ή άλλου σώματος με στρατιωτική οργάνωση: Aνώτατος / ανώτερος / κατώτερος αξιωματικός. αξιωματικός του στρατού ξηράς / του ναυτικού / της αεροπορίας. Έφεδρος / μόνιμος αξιωματικός. αξιωματικός υπηρεσίας*. Mάχιμος αξιωματικός. Aπόστρατος / εν ενεργεία αξιωματικός. || Σχολή αξιωματικών αδερφών νοσοκόμων. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback