{η}  οδός Subst.  [odos, othos]

{die}    Subst.
(268)

Etymologie zu οδός

οδός altgriechisch ὁδός proto-indogermanisch *sodos *sed- (κάθομαι / sedeo)


GriechischDeutsch
Διεύθυνση (οδός και αριθμός, πόλη, χώρα, ταχυδρομικός κώδικας)Anschrift (Straße und Hausnummer, Stadt, Land, Postleitzahl),

Übersetzung bestätigt

Διευθύνσεις και ημερομηνίες παραμονής (οδός και αριθμός, πόλη, χώρα, ταχυδρομικός κώδικας)Daten und Anschriften der Aufenthaltsorte (Straße und Hausnummer, Stadt, Land, Postleitzahl),

Übersetzung bestätigt

Διεύθυνση κατοικίας (οδός και αριθμός, πόλη, χώρα, ταχυδρομικός κώδικας)aktuelle Anschrift (Straße und Hausnummer, Stadt, Land, Postleitzahl),

Übersetzung bestätigt

οδοί Rosso–Boghé και Kaedi–Gouaraye, καθώς και τεχνική συνδρομή στο υπουργείο μεταφορών,Bau der Straßen Rosso–Boghé und Kaedi–Gouaraye sowie technische Hilfe zugunsten des Verkehrsministeriums,

Übersetzung bestätigt

Το αποτέλεσμα αυτό δεν ικανοποιείται απλώς η ανάγκη να συνεισφέρουν οι χρήστες κατά τρόπο δικαιότερο στο κόστος των υποδομών αλλά λαμβάνεται υπόψη και το γεγονός ότι μόνο όταν πρόκειται για μεγάλες αποστάσεις αποτελούν εναλλακτική λύση των οδικών μεταφορών οι λιγότερο ρυπαντικοί τρόποι μεταφορών (σιδηρόδρομοι και πλωτοί οδοί).Dieses Ergebnis entspricht nicht nur dem Ziel einer gerechteren Wegekostenanlastung, sondern trägt auch dem Umstand Rechnung, dass weniger umweltbelastende Verkehrsträger (Schiene und Wasserstraße) erst auf längeren Strecken eine Alternative zur Straße bieten.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu οδός

οδός η [oδós] : 1. (λόγ.) δρόμος. (έκφρ.) καθ' οδόν, κατά τη διάρκεια της πορείας ή της διαδρομής, ενώ πήγαινα κάπου: Kαθ΄ οδόν προς τη Mητρόπολη… Tον συνάντησα καθ΄ οδόν. εν μέση οδώ, καταμεσής στο δρόμο και συνήθ. μπροστά σε άλλους ανθρώπους: Aυτά δε λέγονται / δε γίνονται εν μέση οδώ. α. αυτοκινητόδρομος: Επαρχιακή οδός, που συνδέει μικρές πόλεις ή χωριά. Εθνική οδός, που συνδέει μεγάλες πόλεις και είναι κατάλληλη για μεγάλες ταχύτητες. H εθνική οδός Aθηνών-Θεσσαλονίκης. β. δρόμος μέσα σε πόλη ή χωριό· δημοτικός, κοινοτικός δρόμος: Ονοματοθεσία οδών και πλατειών. || με τα ονόματα των δρόμων: H οδός Σταδίου / Πανεπιστημίου. H Εγνατία οδός. Mένω στην οδό Bενιζέλου, πάνω από την Εγνατία. || (προφ.): Mένω οδός Bενιζέλου (αριθμός) δύο. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback