{το}  μέσον Subst.  [meson]

{die}  
Mittel (ugs.)
  Subst.
(204)
{die}    Subst.
(140)

Etymologie zu μέσον

μέσον altgriechisch μέσον, Maskulinum von μέσος


GriechischDeutsch
Οι αυξητικές μεταβολές εξηγούνται από τις ανάγκες χρηματοδότησης των εν εξελίξει εργασιών και απορρόφησης της διαφοράς μεταξύ εμπορικών απαιτήσεων και υποχρεώσεων καθώς και διατήρησης ικανής ρευστότητας κατά την έναρξη της αναδιάρθρωσης. Οι μειωτικές μεταβολές εμφανίζονται στο μέσον και το τέλος της περιόδου αναδιάρθρωσης.Die Schwankungen nach oben erklären sich durch die Notwendigkeit, die laufenden Arbeiten zu finanzieren, die Differenz zwischen Forderungen und Verbindlichkeiten aus Lieferungen und Leistungen auszugleichen sowie am Anfang der Umstrukturierungsphase über ausreichend liquide Mittel zu verfügen.

Übersetzung bestätigt

Δεδομένου ότι η αύξηση της παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό μέσον για τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιδιώξουν να το πράξουν στο πλαίσιο της οδηγίας 2009/28/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Απριλίου 2009, σχετικά με την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές [6].Da die Steigerung der Stromerzeugung aus erneuerbaren Energiequellen ein besonders wichtiges Mittel zur Verringerung von Treibhausgasemissionen ist, sollten die Mitgliedstaaten diese Steigerung im Rahmen der Richtlinie 2009/28/EG des Europäischen Parlaments und des Rates vom 23. April 2009 über die Förderung der Nutzung von Energie aus erneuerbaren Quellen anstreben [6].

Übersetzung bestätigt

το βάρος του πραγματικού περιεχομένου δεν πρέπει να είναι μικρότερο, κατά μέσον όρο, από το ονομαστικό βάρος·Die tatsächliche Füllmenge darf im Mittel nicht niedriger sein als das Nenngewicht;

Übersetzung bestätigt

Για να είναι δυνατόν να κριθεί η οξεία τοξικότητα της ελεγχόμενης ουσίας, χρειάζονται κατά μέσον όρο 2.4 βαθμίδες, ανάλογα με τη θνησιμότητα ή/και την κατάσταση ετοιμοθάνατων των ζώων.Je nach Mortalität und/oder moribundem Zustand der Tiere können im Mittel zwei bis vier Schritte erforderlich sein, um eine Beurteilung der akuten Toxizität der Testsubstanz zu ermöglichen.

Übersetzung bestätigt

Ο παρών κανονισμός αποτελεί κατάλληλο μέσον για την επανόρθωση της κατάστασης αυτής.Diese Verordnung ist ein geeignetes Mittel, diesen Mangel zu beheben.

Übersetzung bestätigt



Grammatik

Noch keine Grammatik zu μέσον.



Singular

Plural

Nominativdas Mittel

die Mittel

Genitivdes Mittels

der Mittel

Dativdem Mittel

den Mitteln

Akkusativdas Mittel

die Mittel




Singular

Plural

Nominativdie Mitte

die Mitten

Genitivder Mitte

der Mitten

Dativder Mitte

den Mitten

Akkusativdie Mitte

die Mitten




Griechische Definition zu μέσον

μέσον (I) το· μέσο· μεσόν.

1) Αυτό που βρίσκεται στη μέση, το μεσαίο τμήμα:
Εις την αρχήν …· στο μέσον …· και τέλος … (Πένθ. θαν. 2).
2) (Πληθ.) τα μέσα =
α) το μέσο κάπ. πράγματος, η μέση:
Η έχιδνα έχει από τα μέσα και κάτω μορφήν κροκοδείλου (Φυσιολ. B 12
β) η οσφύς, η μέση:
έλυσα από τα μέσα μου … τ’ άρματά μου (Λίβ. Sc. 1947).
3) Τρόπος που βοηθά στην επιτυχία σκοπού, μέσο:
δεν κατέχω τι μέσον να εύρω διά να διατάξω τα άνωθεν αντικείμενα (Μεταξά, Επιστ. 48· Φαλιέρ., Ιστ. 202).
4) Μεσολάβηση:
να φτειασθούν οι δουλειές τους με το μέσον ετέρων φίλων (Σουμμ., Ρεμπελ. 182).
Εκφρ.
1) Εις μέσον (με αιτιατ.) =
(α) μέσα, εντός:
(Καλλίμ. 264
(β) (χρον.) μέσα σε διάστημα, σε προθεσμία:
(Ασσίζ. 3910).
2) Εις το μέσον ή μεσόν =
(α) μπροστά σε ομήγυρη:
(Δωρ. Μον. XXIV
(β) αναμεταξύ, ανάμεσα:
(Διγ. Άνδρ. 33123), (Μαχ. 1806).
3) Εκ του μέσου = από ανάμεσα:
(Έκθ. χρον. 1825).
4) Εν τῳ μέσῳ =
(α) μεταξύ, ανάμεσα (σε κάπ. πρόσωπα):
(Διγ. Z 781
(γ) εντωμεταξύ, στη διάρκεια (κάπ. γεγονότος):
(Λίβ. Sc. 3129
(γ) (με το άρθρο στον πληθ. ουδ. ως ουσ.) τα γεγονότα που μεσολαβούν:
(Λίβ. (Lamb.) N 614).
5) Στο μέσο(ν) (τούτο) = εντωμεταξύ:
(Σουμμ., Παστ. φίδ. Έ [166]), (Κατζ. Ά 127).
Φρ.
1) Εκβάλλω κάπ. εκ του μέσου ή εκ το μέσον, βλ. εκβάλλω 2β φρ.
2) Φέρνω εις το μέσον = δημιουργώ:
(Καλλίμ. 824).
3) Φεύγω από το μέσον = αποχωρώ, απομακρύνομαι:
(Διήγ. παιδ. 194).
Η αιτιατ. επιρρ. = (τοπ.) στη μέση:
νησόπουλον μέσον το της θαλάσσης (Ιμπ. 799).
[αρχ. ουσ. μέσον. Η λ. και ο τ. ‑ο και σήμ.]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback