{η}  εκπαίδευση Subst.  [ekpedefsi, ekpethefsi, ekpaideysh]

{die}    Subst.
(5005)
{die}    Subst.
(1045)
{die}    Subst.
(675)
{der}    Subst.
(282)
(11)

Etymologie zu εκπαίδευση

εκπαίδευση εκπαιδεύω + -ση altgriechisch ἐκπαιδεύω παιδεύω παῖς


GriechischDeutsch
Οχήματα κατηγορίας Ν3 τροποποιημένα ειδικά για την εκπαίδευση οδηγών·speziell für die Ausbildung von Fahrern umgebaute Kraftfahrzeuge der Klasse N3;

Übersetzung bestätigt

παροχή επακριβών και πλήρως ενημερωμένων πληροφοριών για την εκπαίδευση και την έγκριση επιθεωρητών πριν αναλάβουν καθήκοντα·Lieferung genauer und aktueller Informationen über die Ausbildung und Qualifikation der Besichtiger vor Auftragserteilung,

Übersetzung bestätigt

Έως την 1η Ιουλίου 2009, ο τίτλος του επιθεωρητή θα χορηγείται με βάση μόνον τα πιστοποιητικά που θα εκδίδουν οι εξωτερικοί πραγματογνώμονες, τα οποία θα βεβαιώνουν ότι ο ενδιαφερόμενος επιθεωρητής ολοκλήρωσε με επιτυχία την αναγκαία εκπαίδευση.Bis zum 1. Juli 2009 erhalten die Besichtiger Qualifikationen, die sich ausschließlich auf Zeugnisse stützen, die von diesen externen Experten erteilt wurden und in denen dem betreffenden Besichtiger bescheinigt wird, dass er die erforderliche Ausbildung erfolgreich abgeschlossen hat.

Übersetzung bestätigt

Ο οργανισμός θα επικουρείται από δεόντως ειδικευμένους εξωτερικούς πραγματογνώμονες στην εκπαίδευση επιθεωρητών.Die Organisation wird von entsprechend qualifizierten externen Experten bei der Ausbildung von Besichtigern unterstützt.

Übersetzung bestätigt

Ακολούθησε στρατιωτική εκπαίδευση στην Αίγυπτο.Hat eine militärische Ausbildung in Ägypten erhalten.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu εκπαίδευση

εκπαίδευση η [ekpéδefsi] : η καλλιέργεια, με συστηματική διδασκαλία και άσκηση σε ειδικά ιδρύματα (σχολεία κ.ά.), των διανοητικών και σωματικών ικανοτήτων και δεξιοτήτων των ατόμων, κυρίως των παιδιών και των νέων, για να μπορέσουν να ασκήσουν κάποιες επαγγελματικές ή άλλες δραστηριότητες: Γενική / ειδική / θεωρητική / πρακτική / δημόσια / ιδιωτική εκπαίδευση. Στοιχειώδης / μέση / ανώτερη / ανώτατη εκπαίδευση. Bαθμίδες της εκπαίδευσης. Πρωτοβάθμια / δευτεροβάθμια / τριτοβάθμια εκπαίδευση. Προσχολική εκπαίδευση, των νηπίων. Άρτια / ταχύρρυθμη / διαρκής εκπαίδευση. εκπαίδευση υψηλού επιπέδου. Ο εκδημοκρατισμός της εκπαίδευσης. Ίση και δωρεάν εκπαίδευση για όλους. Επαγγελματική / τεχνική εκπαίδευση. || H εκπαίδευση των υπαλλήλων στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές θα κρατήσει τρεις μήνες. || (στρατ.): Στρατιωτική εκπαίδευση. Bασική εκπαίδευση, η εκπαίδευση των νεοσυλλέκτων. Kέντρο* Εκπαίδευσης (νεοσυλλέκτων). Στρατιωτικές μονάδες πρώτου / δεύτερου / τρίτου κύκλου εκπαιδεύσεως.

[λόγ. εκπαιδεύ(ω) -σις > -ση]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback