{το}  δικαστήριο Subst.  [dikastirio, thikastirio, dikasthrio]

{das}    Subst.
(5824)
{der}    Subst.
(501)
{das}    Subst.
(122)
{die}    Subst.
(41)

Etymologie zu δικαστήριο

δικαστήριο altgriechisch δικαστήριον δικάζω


GriechischDeutsch
Η εκτίμηση αυτή λαμβάνει ιδίως υπόψη τον κίνδυνο να ασκηθεί κατά του γαλλικού κράτους αγωγή για «κάλυψη παθητικού», εάν ένα δικαστήριο το έκρινε εκ των πραγμάτων διαχειριστή της SNCM και τον κίνδυνο να καταδικαστεί το κράτος να καταβάλει πρόσθετες αποζημιώσεις απόλυσης των εργαζομένων.Diese Schätzung berücksichtige insbesondere das Risiko, das der französische Staat zum „Ausgleich des Passivsaldos“ herangezogen worden wäre, wenn ein Gericht ihn als faktischen Geschäftsführer der SNCM angesehen hätte, und das Risiko, dass der französische Staat dazu verurteilt worden wäre, zusätzliche Abfindungen an die entlassenen Arbeitnehmer zu zahlen.

Übersetzung bestätigt

Οι γαλλικές αρχές διευκρινίζουν ότι, σε πρόσφατες αποφάσεις, γαλλικά δικαστήρια καταδίκασαν τον εκ του νόμου ή εκ των πραγμάτων διαχειριστή να αναλάβει, εκτός από την ανεπάρκεια των στοιχείων ενεργητικού, και την καταβολή των συμπληρωματικών αποζημιώσεων απόλυσης που υπολογίζονται βάσει σχεδίου κοινωνικών μέτρων που έχει καταρτίσει η επιχείρηση πριν την εκκαθάρισή της.Die französischen Behörden teilen mit, dass französische Gerichte den rechtlichen oder faktischen Geschäftsführer vor nicht allzu langer Zeit dazu verurteilt hätten, zusätzlich zur Kapitalunterdeckung zusätzliche Abfindungen zu übernehmen, die anhand eines Sozialplans berechnet worden seien, den das Unternehmen vor seiner Liquidation aufgestellt habe.

Übersetzung bestätigt

Με βάση τη σχετική νομολογία, τα δικαστήρια όλων των βαθμών δίνουν βαρύτητα στη συμπεριφορά του εναγόμενου διαχειριστή και κλιμακώνουν τις καταδικαστικές αποφάσεις σε συνάρτηση με τις διαπιστώσεις στις οποίες καταλήγουν.Die einschlägige Rechtsprechung zeigt, dass die Gerichtshöfe und Gerichte das Verhalten des Geschäftsführers sorgfältig abwägen und dass sich das Strafmaß nach den erwiesenen Tatsachen richtet.

Übersetzung bestätigt

Σε διάφορες επιστολές που απέστειλαν οι γαλλικές αρχές στην Επιτροπή υποστηρίζουν ότι η υπόθεση της καταδίκης του κράτους από ένα εθνικό δικαστήριο να καλύψει το παθητικό της επιχείρησης την οποία διοικεί ήταν ένα πολύ πιθανό ενδεχόμενο το οποίο έπρεπε να ληφθεί υπόψη κατά τον υπολογισμό του πραγματικού κόστους μιας ενδεχόμενης εκκαθάρισης της SNCM.So haben die französischen Behörden in mehreren Schreiben an die Kommission die Auffassung vertreten, dass die Hypothese einer Verurteilung des Staats zum Ausgleich des Passivsaldos des von ihm geführten Unternehmens durch ein nationales Gericht ein mehr als plausibles Szenario darstelle und bei der Berechnung der tatsächlichen Kosten einer etwaigen Liquidation der SNCM berücksichtigt werden müsse.

Übersetzung bestätigt

Αν και οι γαλλικές αρχές θεωρούν ότι η συμπεριφορά τους ως διαχειριστές της SNCM δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί «πλημμελής» στο πλαίσιο αυτού του μέτρου, επιμένουν ότι υπήρχε πολύ υψηλός κίνδυνος καταδίκης του κράτους από ένα εθνικό δικαστήριο για ανεπάρκεια ενεργητικού της SNCM λόγω ελαστικών κριτηρίων χαρακτηρισμού της πλημμελούς διαχείρισης κατά την έννοια του άρθρου L.651-2 του εμπορικού κώδικα και βάσει της προαναφερθείσας νομολογίας η οποία θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην προκειμένη περίπτωση.Die französischen Behörden sind zwar der Ansicht, dass ihr Verhalten als Geschäftsführer der SNCM bei einer solchen Klage nicht als „fehlerhaft“ qualifiziert werden könne, weisen aber nachdrücklich darauf hin, dass das Risiko der Verurteilung des Staates durch ein nationales Gericht wegen Unterdeckung der SNCM aufgrund der flexiblen Kriterien für die Qualifizierung des Geschäftsführungsfehlers nach Artikel L.651-2 Code de Commerce (französisches Handelsgesetzbuch) und der genannten Rechtsprechung, die auf diesen Fall anwendbar wäre, sehr hoch sei.

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu δικαστήριο

δικαστήριο το [δikastírio] : 1α. δημόσια αρχή που ασκεί τη δικαστική εξουσία: Πολιτικά / αστικά / διοικητικά / εκκλησιαστικά δικαστήρια. Στρατιωτικό δικαστήριο, στρατοδικείο. Ορκωτό δικαστήριο, δικαστήριο των ενόρκων. δικαστήριο ανηλίκων. Aκυρωτικό* δικαστήριο. Ο Άρειος Πάγος είναι το Aνώτατο Δικαστήριο. Λαϊκό δικαστήριο. Ο πρόεδρος και τα μέλη του δικαστηρίου. Tο Διεθνές Δικαστήριο, όργανο του ΟHΕ. Tα δικαστήρια υπάγονται στο Yπουργείο Δικαιοσύνης. (έκφρ.) οδηγώ / πηγαίνω κπ. στα δικαστήρια, κάνω αγωγή, μήνυση κτλ. περνώ κπ. από δικαστήριο, τον εισάγω σε δίκη και με επέκταση, τον ελέγχω αυστηρά. β. το σύνολο των δικαστών που εκδικάζει μια υπόθεση: Tο δικαστήριο θα κρίνει την προσφυγή / απέρριψε την ένσταση / έκανε δεκτή την αγωγή. Tο δικαστήριο συνεδριάζει. (προσφών.) Tο σεβαστό δικαστήριο! (έκφρ.) έχω δικαστήριο, πρέπει να παραστώ σε μια δίκη ως διάδικος, δικηγόρος κτλ. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback